Τέτοιες μέρες, κλαψιάρες, κάνω βόλτες, στα καλοκαίρια
που πέρασαν .
Τούτο δω είναι στα τέλη του ’50.
Στις δόξες του, το Ν. Φάληρο.
Παραλία με κάτασπρη άμμο που την χώριζε ένας δρόμος
από τον σταθμό του ηλεκτρικού.
Παρέες, κατέφθαναν με χραμάκια, και τσάντες
υφασμάτινες καρώ «των ψώνιων», ‘όπως τις λέγαμε.
Κάθε νοικοκυριό, είχε το διχτάκι- τσάντα για τον μπακάλη
και τις τετράγωνες τις μεγαλύτερες.
Απλώναμε όπου βρίσκαμε χώρο, το στρωσίδι, κι ‘ένα
γύρο τα τσαντικά.
Τις καθημερινές ερχόταν ο γυναικείος πληθυσμός, κυρίως.
Μικρά, μάνες, γιαγιάδες και κοπελούδες που έτσι κι αλλιώς
δεν είχαν και την άδεια να ξεπορτίσουν.
Εμείς πηγαίναμε με την μάνα τη γιαγιά τις αδελφάδες μου
και την Αντζελα , μια κοπέλα από τα Τζάντε, που έμενε
στο πλαινό σπίτι.
Τότε ήταν στα είκοσι ,είχε δύο χρόνια που ήρθε
από το νησί και δέθηκε πολύ με την μεγάλη μας.
Πλατσουρίζαμε στα ρηχά . Κόσμος πολύς, στοιβαγμένος
στην παραλία που απλωνόταν ίσα με το ύψος του Μοσχάτου
εκεί που έπεφτε το ποτάμι.
Κοντά δεν είχαμε πάει ποτέ γιατί λέγανε πως τα νερά ,
εκεί ήταν λερά.
Οι τολμηροί έπαιρναν τις σαμπρέλες, από τις ρόδες
των αυτοκινήτων και ξεμάκραιναν.
Οι ηλικιωμένες φορούσαν τις κομπινεζόν ,
λύνανε το κοτσάκι και κουνούσαν τα πόδια
στο νερό για τα αρθριτικά.
Τα πιτσιρίκια παίζανε με την κάτασπρη άμμο.
Οι μεγαλύτερες φορούσαν σατέν και πλεχτά μαγιώ
με φαρδιές μπρατέλες.
Καπέλα ψάθινα στολισμένα στο πλάι με λουλουδάκια,
ή κερασάκια ανάλογα την ηλικία.
Οι γιαγιάδες μαντίλες σφιχτοδεμένες στο πηγούνι.
Σαν τέλειωνε το παπάριασμα στο νερό με την ανακατεμένη άμμο,
άρχιζε το μαρτύριο του σεντονιού.
Δυό κρατούσαν την σεντόνα, για να αλλάξουμε με την σειρά μας
να βάλουμε τα τσίτινα ρομπάκια μας.
Ανοίγανε οι λαδόκολες και άρχιζε το τσιμπούσι, έτσι για να
στανιάρουμε .
Βαθύ μεσημεράκι , ερχόταν η ώρα του παγωτού, λίγο πριν
γυρίσουμε σπίτι μας.
Ξυλάκι κρέμα για τις μεγάλες 1 δρχ, με σοκαλάτα για
την νεολαία 1,5. Αυτά για την πολυτέλεια, από το
κοντινό γαλακτοπωλείο.
Το φθινόπωρο του ’59 η Αντζελα έφυγε για την Αυστραλία,
φορώντας ένα φόρεμα εμπριμέ, τσάρλεστον, και μια
βαλιτσούλα δερμάτινη καφετιά.
Της είχε έρθει η πρόσκληση από τους θειούς της.
Την περίμενε δουλειά και γαμπρός.
Ακόμα και σήμερα που όλα γίνανε άλλα, θυμάμαι
σαν με φέρει το πέρασμα, κατά κει το κόκκινο σατέν,
μεταχειρισμένο μπανιερό της.
Όλα στη ζωή μου είναι δεμένα με ανθρώπους
που με σημάδεψαν .
Τα παλιά, καλά χρόνια που συνήθως λέμε,
αναφέρονται μόνο στην νιότη που το έσκασε.
Καλημέρα, καλό μήνα. Με ταξιδεύεις με τις αναμνήσεις σου...
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλό μήνα Αντιγονάκη.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο μόνο που δεν σου λείπει πάντως είναι η νιότη!
coffeemug καλό μήνα. Καλά "ταξίδια" να έχουμε.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤρελίτσα καλό μήνα, η νιότη είναι για να την αναπολούμε και το σήμερα για μέλλον, αρκεί να τα ζούμε καλά.
Μεγάλη παγίδα οι "παλιές, καλές εποχές". Αναμνήσεις νεότητας. Το κάνω κι εγώ ασυναίσθητα (παρόλο που δεν είμαι πολύ μεγάλη ;) Συνέχισε να μας ταξιδεύεις, μας κάνει καλό...
ΑπάντησηΔιαγραφήΜα τι όμορφα ταξίδια μας πας κάθε φορά..Περιμένω με λαχτάρα το επόμενο...
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλό μήνα!
k1 στις αναμνήσεις ξεσκαρτάρεις τα άσχημα και εξωραΐζεις ακόμα και ότι σε πλήγωσε.
ΑπάντησηΔιαγραφήthumbelina να είσαι καλά, να ταξιδεύουμε.
Βουτιές στο χθες και φύγαμε!
Α,μπράβπ,γιαγια,όταν μιλαμε για παλιά καλα χρόνια δεν πρεπει να ξεχνάμε την ανεχεια εκεινης της εποχής,η πεινα δε σταματησε στην Κατοχή...
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλο μήνα...
VaD Νομίζω ότι σωστό είναι να μη ρίχνουμε χρυσόσκονη στο παρελθόν. Η πείνα και η ανέχεια οδήγησε στον ξενιτεμό τον κόσμο!
ΑπάντησηΔιαγραφή